Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



μυλωνού, ἡ


Ερμηνεία:

 [η ιδιοκτήτρια ή εκμεταλλεύτρια μύλου, η σύζυγος του μυλωνά]



Ετυμολογία:

[< (Όμηρ.) μύλη (μικρός χειροκίνητος μύλος που αποτελείτο από δύο επάλληλες στρογγυλές πέτρες . Η κατώτερη ήταν σταθερή , ενώ η ανώτερη στρεφόταν με μοχλο) < μύλος, (Καινή Διαθήκη: 4 φορές) (μηχανή που αλέθει σπόρους, π.χ. δημητριακών)]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

… Διότι τοιοῦτον πρᾶγμα ἦτο· μυλωνοὺἐργαζομένη μὲ τὴν χεῖρα, γυρίζουσα τὸν χειρόμυλον..[Ο έρωτας στα χιόνια] [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: